14. Μελαγχολικὸν δὲ πάθος καὶ ὁ ἐλέφας ἐστὶ,
15. τὴν μὲν πρώτην γένεσιν ἐξ αἵματος ἴσχων μελαγχολικοῦ, τῷ
16. χρόνῳ δὲ πλείων ἡ μέλαινα γίνεται τοῦ αἵματος, ἡνίκα δυσώδεις
17. εἰσὶ καὶ ἀπεχθεῖς ἰδεῖν, ἐνίοις δὲ αὐτῶν καὶ ἕλκη συμπίπτει.
1. τοῦτο τὸ πάθος ἀρχόμενον ὀνομάζουσι σατυριασμὸν,
2. ἐπειδὴ τοῖς σατύροις ὅμοιοι γίγνονται τὸ πρόσωπον. ἔνιοι δὲ
3. τὰς κατὰ τοὺς κροτάφους ἐξοχὰς ὀστώδεις οὕτω καλοῦσι.
4. γίγνονται δὲ καὶ κατ’ ἄλλα μόρια τοιαῦται τῶν ὀστῶν ἐξοχαὶ,
5. καὶ καλοῦσιν αὐτὰς ἐξοστώσεις ἔνιοι, καθάπερ καὶ τὰς κατὰ
6. φύσιν ἐντάσεις τῶν αἰδοίων μὴ καθισταμένας τινὲς ὀνομάζουσι
7. σατυριασμὸν, τινὲς δὲ πριαπισμόν.
⟨
(De tum. praeter nat.) [n° 057 Fichtner] [GalLat]
De tumoribus praeter naturam
Περὶ τῶν παρὰ φύσιν ὄγκων
Tumeurs contre nature
Unnatural Lumps (Tum. Pr. Nat.)
, 1968.
De tumoribus praeter naturam, 1824, vol. 7, p. 705-732. urn:cts:greekLit:tlg0057.tlg054.verbatim-lat1
Richter, 1913 (deu); Lytton, Resuhr, 1978 (eng).
De tumoribus praeter naturam, 14, ed. Kühn, 1824, vol. 7, p. 727-728. urn:cts:greekLit:tlg0057.tlg054.1st1K-grc1:14
⟩
⟨
Cliquer un n° de page pour en afficher l’image
⟩